Ο μεγάλος συγγραφέας Βίκτωρ Ουγκώ είχε πει ότι, προκειμένου κάποιος να φτάσει στην απόλυτη ελευθερία, πρέπει πρώτα να μάθει να είναι φτωχός. Μόνο αν είναι αυτός ο στόχος, περισσότεροι από 2 εκατομμύρια Έλληνες οφείλουν να πουν ένα μεγάλο «ευχαριστώ» στις κυβερνήσεις των τελευταίων, τουλάχιστον, τετραετιών.
Ίσως, μάλιστα, να ανησυχούν ότι δεν θα τον επιτύχουν, ύστερα από την εξαγγελία του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών για τη δημιουργία Εθνικού Ταμείου Κοινωνικής Συνοχής. Αν και η αποτελεσματικότητα του συγκεκριμένου μέτρου είναι τόσο αμφίβολη που μάλλον δεν θα προβληματίζει τα χαμηλά, από οικονομική άποψη, κοινωνικά στρώματα της χώρας.
Το προφίλ του φτωχού Έλληνα
Μηνιαίο εισόδημα μικρότερο των 492,5 ευρώ, νέος ή ηλικιωμένος, άνεργος ή συνταξιούχος, ανειδίκευτος, με περιορισμένη... δυνατότητα συμμετοχής στις τρέχουσες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές δραστηριότητες, όπως αυτές υπαγορεύονται από τη δομή της σημερινής καταναλωτικής κοινωνίας.
Αυτός είναι ο μέσος σύγχρονος φτωχός Έλληνας. Τα χαρακτηριστικά του σκιαγραφούν έρευνες επί των ερευνών, εκθέσεις επί των εκθέσεων. Στο σύνολό τους καταλήγουν σε κοινά συμπεράσματα αναφορικά με την προέλευση του φαινομένου:
Άνιση κατανομή του πλούτου
Το εισόδημα του 20% των πιο εύπορων Ελλήνων είναι περίπου 6 φορές υψηλότερο από το εισόδημα του 20% των φτωχότερων Ελλήνων. Το 20% του φτωχότερου πληθυσμού κατέχει το 7% του συνολικού εισοδήματος, ενώ το 20% του πιο πλούσιου πληθυσμού κατέχει το 40,4%. Ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα καταλαμβάνει μία από τις πρώτες θέσεις στην ανισότητα κατά την κατανομή του εισοδήματος (34%).
Υψηλή ανεργία
Το 2008 η ανεργία ξεπερνά σταθερά το 7%, με ζοφερές τις προβλέψεις για τις επιπτώσεις από τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση. Σύμφωνα με το Διεθνή Οργανισμό Εργασίας έως το τέλος του 2009 θα καταργηθούν 20 εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε ολόκληρο τον κόσμο.
Υποβαθμισμένες εργασιακές σχέσεις
Οι εργασιακές σχέσεις είναι σε μεγάλο βαθμό προσωρινές και βασισμένες στη μερική απασχόληση. Συχνό φαινόμενο η αδήλωτη εργασία. Εφτά στους 10 απασχολούμενους μέσω επιδοτούμενων προγραμμάτων περνούν στην ανεργία μετά τη λήξη τους. Το 1/3 του φτωχού πληθυσμού στην Ελλάδα είναι εργαζόμενοι.
Χαμηλοί μισθοί και υψηλό κόστος διαβίωσης
Το 22% των μισθωτών εισπράττει λιγότερα από 830 ευρώ μηνιαίως. Παράλληλα, οι ανατιμήσεις των βασικών προϊόντων αγγίζουν το 6,6% στη διατροφή και το 10,3% στη στέγαση, όταν το μέσο νοικοκυριό δαπανά το 23,7% των χρημάτων του για τροφή και 20,8% για στέγη, αν περιληφθούν και τα έξοδα ύδρευσης, καυσίμων και φωτισμού. Ως εκ τούτου, σημειώνεται δραστική μείωση στην αγοραστική δύναμη των Ελλήνων.
Υψηλοί φόροι χωρίς αντίκρισμα
Οι οικονομικά ασθενείς πλήττονται από την άμεση αλλά και την έμμεση φορολογία (κυρίως ΦΠΑ) και τις λεγόμενες ανελαστικές δαπάνες (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΜΜΜ κ.λπ.). Επιπλέον, οι κοινωνικές παροχές είναι μάλλον αντιστρόφως ανάλογες της φορολογίας.
Χαμηλές κοινωνικές δαπάνες
Στο πλαίσιο του κρατικού προϋπολογισμού, οι δαπάνες για την περιβόητη κοινωνική προστασία είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη (24,2%).
Αποθαρρυντική η παιδική ανέχεια
Όσο για το μέλλον; Διαφαίνεται δυσοίωνο, αν αναλογιστεί κανείς τη στατιστική που αφορά στην παιδική φτώχεια. Ένα στα 4 παιδιά στην Ελλάδα ζει κάτω από το αντίστοιχο όριο (380.000 παιδιά έως 15 ετών ή 450.000 έως 17 ετών) –αποτέλεσμα του χαμηλού μέσου οικογενειακού εισοδήματος και των υψηλών ποσοστών ανεργίας των γυναικών.
Φτώχεια και πολιτική σκοπιμότητα
Κατά την παρουσίαση της ετήσιας έκθεσης του Ινστιτούτου Εργασίας για το 2008, ο εκπρόσωπος της προσκείμενης στο κυβερνών κόμμα συνδικαλιστικής παράταξης παρενέβη με μια διατύπωση η οποία, ενδεχομένως, είναι ενδεικτική της προσέγγισης των κοινωνικών προβλημάτων από την κυβέρνηση: «Αν τα πράγματα ήταν έτσι, τότε όλοι οι Έλληνες θα είχαν πεθάνει από την πείνα».
Όντως, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Είναι μάλλον χειρότερα, καθώς οι διαδεδομένες μετρήσεις του φαινομένου της φτώχειας δεν περιλαμβάνουν κατά τεκμήριο φτωχές πληθυσμιακές ομάδες, όπως οι άστεγοι, οι έγκλειστοι σε ιδρύματα και οι αθίγγανοι. Υποεκπροσωπείται, άλλωστε, η κατηγορία των οικονομικών μεταναστών.
Οι κομματικοί συσχετισμοί σε συνδικαλιστικά όργανα όπως η ΓΣΕΕ δημιουργούν δικαίως ένα θολό τοπίο αναφορικά με τα κίνητρα της δράσης τους. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι τέτοια που δεν επικαλύπτεται.
Η Ελλάδα, με ποσοστό 21%, συγκαταλέγεται ανάμεσα στις χώρες με τα μεγαλύτερα ποσοστά φτώχειας στην ΕΕ των 27. Οι Έλληνες άνω των 65 ετών είναι σοβαρά εκτεθειμένοι στον κίνδυνο φτώχειας. Ένας συνταξιούχος στους 4 και ένας άνεργος στους 3 ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας.
Παράλληλα, η οικονομική προοπτική είναι κατώτερη των περιστάσεων, πόσο μάλλον εν μέσω της διεθνούς κρίσης. Στο κέντρο της Αθήνας, από τις 1.400 καταγεγραμμένες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αποτελούν τη λεγόμενη ραχοκοκαλιά της οικονομίας, οι 200 είναι σήμερα κλειστές. Στην ίδια περιοχή, τα αδιάθετα εμπορικά ακίνητα ανήλθαν φέτος στο 15,1% επί του συνόλου, από 13,4% το 2007.
Εικόνα ανά την επικράτεια
Η Ήπειρος είναι η περιοχή µε τον υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας (37%). Ακολουθούν η Στερεά Ελλάδα (32%), η Δυτική Ελλάδα και η Πελοπόννησος (31%). Μειωµένο κίνδυνο φτώχειας σημειώνει η Κρήτη (18,4%), η µοναδική νησιωτική περιοχή µε φτώχεια κάτω από το µέσο όρο του 21%. Χαμηλό κίνδυνο φτώχειας (12%) εμφανίζει η Αττική. Το χαμηλότερο μέσο εισόδημα αντιστοιχεί στην Ανατολική Μακεδονία - Θράκη.
Η διεθνής διάσταση της φτώχειας
Υπολογίζεται ότι το 16% του πληθυσμού των ευρωπαϊκών χωρών, δηλαδή 78 περίπου εκατομμύρια άνθρωποι, απειλούνται από τη φτώχεια. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, 1,4 δις άνθρωποι ζουν μέσα στην εξαθλίωση, διαθέτοντας λιγότερα από 1,25 δολάρια την ημέρα. Ο στόχος του ΟΗΕ, όπως αυτός διατυπώθηκε στο σχέδιο για τη χιλιετία, είναι να μειωθεί κατά το ήμισυ ο αριθμός αυτών των ανθρώπων, έως το 2015.
Μετρώντας την ένδεια
Ως όριο της λεγόμενης σχετικής φτώχειας ορίζεται το 60% του διάμεσου εισοδήματος.
Για την Ελλάδα, από το 2005, το χρηματικό όριο της φτώχειας έχει διαμορφωθεί στο ετήσιο ποσό των 5.910 ευρώ ανά άτομο και 12.411 ευρώ ανά οικογένεια, αποτελούμενης από 2 ενήλικες και 2 παιδιά κάτω των 14 ετών (εξαρτώμενα).
Συνολικά, 2.088.701 άνθρωποι και 832.456 νοικοκυριά βρίσκονται στο όριο της φτώχειας. Στις συγκεκριμένες μετρήσεις, από τη μία πλευρά δεν λαμβάνονται υπόψη παράγοντες όπως η ιδιοκατοίκηση, οι παροχές σε είδος και η ιδιοκατανάλωση που θα μπορούσαν να μειώσουν το ποσοστό της φτώχειας. Από την άλλη, όμως, δεν περιλαμβάνονται κατά τεκμήριο φτωχές πληθυσμιακές όμαδες, όπως οι άστεγοι, οι έγκλειστοι σε ιδρύματα και οι αθίγγανοι. Παράλληλα, υποεκπροσωπείται η κατηγορία των οικονομικών μεταναστών.
Ο όρος απόλυτη φτώχεια αφορά στη στέρηση βασικών αγαθών πρώτης ανάγκης και σε φαινόμενα όπως η πείνα, η έλλειψη πόσιμου νερού, στέγης, ένδυσης και φαρμάκων. Την απόλυτη φτώχεια αντιμετωπίζουν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού στις υπανάπτυκτες και τις αναπτυσσόμενες χώρες αλλά και πληθυσμιακές ομάδες (άστεγοι, αθίγγανοι κ.λπ.) αναπτυγμένων χωρών.
Η καθυστερημένη απάντηση
Η ανισότητα αποτελεί το κύριο χαρακτηριστικό του συστήματος με το οποίο διανέμεται ο πλούτος. Μεγάλα τμήματα του πληθυσμού στερούνται ίσων ευκαιριών απέναντι στην ευημερία. Η απάντηση στο πρόβλημα της φτώχειας είναι πολιτική. Η φτώχεια παραμένει.
Πηγές:
Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδας (ΕΣΥΕ)
Ινστιτούτο Εργασίας ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ
Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών
Διεθνής Οργανισμός Εργασίας
Παγκόσμια Τράπεζα
-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προσοχή στον τρόπο που σχολιάζετε. Σχόλια που δεν θα σέβονται τον χώρο που φιλοξενούνται ή άλλους θα σβήνονται ΤΕΛΕΙΩΣ.