Αρθρο του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΕΛΙΑ (e-net)
Σε όλες τις εθνικές κρίσεις βαράει συναγερμός. Οι πολιτικοί -κυβερνώντες και αντιπολιτευόμενοι, ενεργοί και πρώην, όσοι έχουν κάποιο λόγο τέλος πάντων- μαζεύονται γύρω από ένα τραπέζι και αναζητούν την καλύτερη λύση, για να αποτραπεί η επαπειλούμενη καταστροφή.
Αυτό συνέβη δύο φορές στο διάστημα της ..........
Μεταπολίτευσης. Την πρώτη φορά (1974) η κρίση και η απειλή ακόμη και για την ακεραιότητα της χώρας οδήγησαν σε σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας της Δεξιάς και του Κέντρου, στην οποία ουσιαστικά έδινε την ανοχή της και η Αριστερά, που δεν συμμετείχε. Εκείνη η κυβέρνηση τα κατάφερε σχετικά καλά, η καταστροφή απετράπη, σε τέσσερις μήνες έγιναν εκλογές και η χώρα πήρε το δρόμο που πήρε.
Τη δεύτερη φορά (1989-1990), αν και η κρίση δεν ήταν εθνική ούτε ερχόταν κάποια καταστροφή, έγινε το ίδιο. Στην αρχή σχηματίστηκε κυβέρνηση συνεργασίας της Δεξιάς και της Αριστεράς (πρωτοφανής εξέλιξη) και στη συνέχεια, μετά τις εκλογές, οικουμενική κυβέρνηση Δεξιάς, Κεντροαριστεράς (ΠΑΣΟΚ) και (παραδοσιακής) Αριστεράς. Βέβαια, η κατάληξη αυτού του εγχειρήματος δεν ήταν καλή, αλλά αυτό δεν αποτελεί αντικείμενο του παρόντος σημειώματος.
Σήμερα η χώρα βρίσκεται μπροστά σε μια πρωτοφανή κρίση. Δεν είναι εύκολο να τη χαρακτηρίσουμε εθνική, επειδή δεν κινδυνεύει η εθνική της ακεραιότητα. Μπορεί, όμως, να γίνει τέτοια αν επέλθει η χρεοκοπία και οι εξελίξεις ξεφύγουν από τον έλεγχο, οπότε η οικονομική κρίση θα εξελιχθεί σε κοινωνική και, εντέλει, σε εθνική.
Και όμως, οι πολιτικές δυνάμεις δεν δείχνουν καμιά διάθεση συνεννόησης. Υστερα από μια ανεπιτυχή απόπειρα του πρωθυπουργού να βάλει στο κυβερνητικό παιχνίδι το μεγάλο κόμμα της (δεξιάς) αντιπολίτευσης, η κυβέρνησή του συνεχίζει μόνη της. Ο Σαμαράς επιδιώκει να μείνει η κυβέρνηση όσο γίνεται στην εξουσία, για να υποστεί ολοκληρωτική φθορά και να γίνει πιο εύκολη η δική του εκλογική νίκη με προοπτική αυτοδυναμίας.
Οι δυνάμεις της άλλης αντιπολίτευσης είναι ένα σκορποχώρι. Κάθε κόμμα κοιτάζει πώς θα μεγιστοποιήσει τα εκλογικά του οφέλη, χωρίς να το ενδιαφέρει τι θα γίνει την επόμενη μέρα των εκλογών. Ιδιαίτερα τα κόμματα της παραδοσιακής Αριστεράς χαρακτηρίζονται από μια ανέξοδη πολυλογία. Αλλα θέλουν ανατροπή του καπιταλισμού, άλλα απλώς ανατροπή της παρούσας κυβέρνησης, στελέχη τους τσακώνονται αν πρέπει η χώρα να μείνει στο ευρώ ή να γυρίσει στη δραχμή. Το τέλειο μπάχαλο, δηλαδή.
Πώς μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτό το τέλμα; Δύο δρόμοι υπάρχουν. Ο πρώτος είναι να κατανοήσει ο πρωθυπουργός ότι αυτό που γίνεται σήμερα δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ χωρίς να χαθεί εντελώς ο έλεγχος.
Σήμερα επικρατεί το απόλυτο μπάχαλο. Από τους 40 υπουργούς και υφυπουργούς είναι αμφίβολο αν ξεπερνούν τα δάχτυλα του ενός χεριού εκείνοι που προσπαθούν και μπορούν να κάνουν αυτό που έχουν αναλάβει. Οι καθυστερήσεις δύο χρόνων οδηγούν σε αποφάσεις πανικού. Την ίδια στιγμή το συνδικαλιστικό κατεστημένο του ΠΑΣΟΚ σε τομείς του δημόσιου τομέα (σε αγαστή συνεργασία με τους γαλάζιους συνδικαλιστές) επιχειρεί να μπλοκάρει τα πάντα, ώστε να μην αλλάξει τίποτα.
Και τα σήματα που στέλνει η κυβέρνηση το ενθαρρύνουν. Την ώρα που φορολογεί ακόμη και τη σύνταξη των 500 ευρώ, κάνει πίσω και δεν επιφέρει καμιά αλλαγή στο καθεστώς αμοιβών των πλέον καλοπληρωμένων δημοσίων υπαλλήλων (στα Ελληνικά Πετρέλαια). Ποιος το πήρε χαμπάρι;
Αν δεν καταλάβει ο πρωθυπουργός ότι όλα αυτά δεν οδηγούν παρά στην κατάρρευση και δεν κάνει κάτι για να την προλάβει (κυβέρνηση εθνικής συνεννόησης με ή χωρίς εκλογές -προτιμότερο το δεύτερο) κι αν όσοι έχουν τη δύναμη να τον επηρεάσουν δεν το κάνουν (ο Βενιζέλος, άλλοι υπουργοί κ.λπ.), τότε ο Τιτανικός-Ελλάς μπορεί να μην αποφύγει το παγόβουνο.
Αυτός είναι ο πρώτος δρόμος διεξόδου από την κρίση. Ο δεύτερος είναι να γίνει κάτι από ένα «ατύχημα» ή από ένα καπρίτσιο. Είναι αυτό που είπε πρόσφατα ο Βενιζέλος («αν πιστεύετε ότι η κυβέρνηση δεν έχει τη νομιμοποίηση να πάρει αυτά τα μέτρα, ρίξτε την»!) απηυδισμένος από όσα άκουγε από βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και ιδιαίτερα από πρώην υπουργούς, που μόλις χάνουν την καρέκλα τους θυμούνται όλα τα λάθη, γίνονται ξαφνικά ευαίσθητοι, ανακαλύπτουν ότι κυβερνά η τρόικα και τα παρόμοια.
Βεβαίως, αρκετά από αυτά που λένε οι βουλευτές είναι σωστά. Αν, όμως, δεν μπορούν να εφαρμοστούν; Αν τα λένε συνεχώς και δεν εισακούονται; Αν «κυβερνά η τρόικα» (αυτό είναι μεγάλο παραμύθι, αλλά θα το αναλύσουμε σε άλλη ευκαιρία); Πώς τα ανέχονται όλα αυτά;
Οσοι τα πιστεύουν αυτά ειλικρινά (και όχι για να χαϊδέψουν αυτιά ), έχουν κάθε δικαίωμα -υποχρέωση θα λέγαμε- να αντιδράσουν και να κάνουν αυτό που τους κάλεσε ο Βενιζέλος να κάνουν: να ρίξουν την κυβέρνηση. Αυτό κάνουν οι υπεύθυνοι πολιτικοί, άνδρες και γυναίκες, αντί να κλαψουρίζουν πότε στη Βουλή και πότε στα κανάλια.
Αυτοί είναι οι δυο δρόμοι που μπορεί να οδηγήσουν σε κάποια διέξοδο. Το χειρότερο θα είναι να μην ακολουθηθεί κανένας, το τέλμα να συνεχιστεί και να περιμένουμε όλοι μαζί να επέλθει το μοιραίο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προσοχή στον τρόπο που σχολιάζετε. Σχόλια που δεν θα σέβονται τον χώρο που φιλοξενούνται ή άλλους θα σβήνονται ΤΕΛΕΙΩΣ.