Παρακάμπτω την αντιδικία όσων θεωρούν ότι οι «αυτοχειρίες» αυξάνονται εξαιτίας του οικονομικού μας δράματος και όσων
(παραβλέποντας ότι είναι προτιμότερη η καταχώρηση θανάτου ως «ατυχήματος» για θρησκευτικούς λόγους) κρίνουν ότι η αύξηση ΔΕΝ είναι δραματική…
Ο θάνατος βρίσκεται, αναμφίβολα, στο τραγικότερο σημείο του ευρύτατου φάσματος των ανθρώπινων συναισθημάτων.
Ο θάνατος, όμως, από ......
αυτοκτονία, πέρα από την εγγενή τραγικότητά του εμπεριέχει και τα καταθλιπτικά στοιχεία που δημιουργούν οι υποκειμενικές ενοχές συγγενών και φίλων για την αδυναμία τους να προβλέψουν και να αποτρέψουν το γεγονός!..
Επιπρόσθετα η κοινή γνώμη θέτει στους ειδικούς και στον εαυτό της το φαινομενικά απλό, αλλά φοβερά δύσκολο να απαντηθεί, μονολεκτικό ερώτημα του “γιατί”.
Στην Ελλάδα της τρόικα τα άτομα που αυτοκτονούν δεν το κάνουν μόνο για τους κλασικά γνωστούς λόγους της ερωτικής απογοήτευσης, επειδή αδυνατούν να προσαρμοσθούν στις απαιτήσεις της στρατιωτικής ζωής ή επειδή απέτυχαν στις Πανελλήνιες Εξετάσεις.
Δραματικά κυρίαρχη αιτία είναι πλέον η οικονομική καταστροφή (και εδώ υπογραμμίζω το γεγονός ότι καθώς βουλιάζουμε στην οικονομική δυσπραγία και ύφεση φοβάμαι ότι θα βιώσουμε και στη χώρα μας, όπως συμβαίνει και διεθνώς ακόμη μεγαλύτερη αύξηση στα ποσοστά των αυτοκτονιών.)
Η κλασική τυπολογία της αυτοκτονίας έγινε τον περασμένο αιώνα σε ένα κλασικό πλέον πόνημα με τον τίτλο «αυτοκτονία» (Le suicide) από τον Γάλλο κοινωνιολόγο Emile Durkheim, ο οποίος καθόρισε τρεις συγκεκριμένους τύπους:
Πρώτον, «την αλτρουιστική», όπου το άτομο στην προσπάθειά του να διασώσει κάποιον ή κάποιους συγγενείς, φίλους, γνωστούς ή ακόμη και εντελώς άγνωστους συνανθρώπους του από άμεσο κίνδυνο «θυσιάζει» την προσωπική του ύπαρξη,
δεύτερον, «την εγωιστική», όπου το άτομο τερματίζει τη ζωή του για καθαρά προσωπικούς λόγους έχοντας αποστασιοποιηθεί παντελώς από τον πόνο και την οδύνη που αυτή του η πράξη μπορεί να προκαλέσει σε συγγενικά πρόσωπα και φίλους και,
τρίτον «την ανομική», όπου το άτομο προτιμά να διακόψει αμετάκλητα τη συνέχιση της υπαρξιακής του οντότητας επειδή κάποιες φυσικές καταστροφές (σεισμοί, πλημμύρες ή πόλεμοι), ή και η ραγδαία κοινωνική αλλαγή που υφίσταται το σύστημα στο οποίο ζει μετουσιώνει τα γνωστά του πρότυπα διαπροσωπικών σχέσεων. Καθώς αλλοιώνονται τα νοήματα και οι αξίες της ζωής και επικρατεί “κοινωνική ανομία”, το άτομο την βιώνει ως μείωση της ικανότητάς του να ζήσει και να λειτουργήσει όπως ήξερε.
Μέσα στα πλαίσια του σημερινού μας προβληματισμού, καθώς η προσπάθεια απαιτεί ιδιαίτερη φροντίδα και ευαισθησία στην προσέγγισή μας για να αποφευχθούν τυχόν παρερμηνείες, χρειάζεται να επισημάνω ότι το άτομο που αποπειράται να αυτοκτονήσει, άσχετα εάν το κατορθώνει ή όχι σε τελική ανάλυση, πιστεύει ότι βρίσκεται αντιμέτωπο με δύο μόνο επιλογές και συγκεκριμένα, να συνεχίσει την υπαρξιακή του πορεία όπως έχει, ή να την αναστείλει τελεσίδικα.
Οι αυτόχειρες πριν πραγματοποιήσουν την τελική τους επιλογή δίνουν πολλά μηνύματα, προειδοποιούν τους γύρω τους αναφορικά με τον περιορισμό των επιλογών τους σε ότι αφορά την επικείμενη πράξη τους.
Δυστυχώς, μέσα στην πολύβουη, αγχωτική, καθημερινή μας ζωή οι πιο πολλοί από εμάς, γονείς, συγγενείς και φίλοι, ή αδυνατούμε να συλλάβουμε «τις κραυγές απόγνωσης του ατόμου» ή όταν τις συλλαμβάνουμε τις εκτιμούμε περισσότερο ως «κενές απειλές»” ή ακόμη και σε μερικές περιπτώσεις ως «παρατραβηγμένους θεατρινισμούς».
Σε γενικές γραμμές, γιατί η κάθε περίπτωση είναι αυτοτελής, μπορούμε να προσδιορίσουμε τα ακόλουθα ως ερμηνευτικά ψυχοκοινωνικά στοιχεία και απαντήσεις στο προαναφερθέν «γιατί;»:
1) Χρόνια επώδυνη μοναξιά και νευρωσική κατάθλιψη ή μελαγχολία. Το άτομο χωρίς βοήθεια από τους ειδικούς στον κοινωνικο-ψυχολογικό τομέα επιστήμονες, κοινωνιολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους και χωρίς φαρμακευτική αγωγή που θα του προσφέρει ο νευρολόγος-ψυχίατρος (σε συνδυασμό κατά προτίμηση με την ψυχοθεραπευτική υποστήριξη) δεν βλέπει πλέον τον λόγο να δώσει συνέχεια στην «άδεια» του ύπαρξή του.
2) Το άτομο διακατέχεται από υποκειμενικό, ακατανίκητο συναίσθημα «ντροπής»ή και από υπερβολικό «φόβο» ότι πρόκειται να τιμωρηθεί επειδή απέτυχε σε κάποιες σημαντικές του επιδιώξεις ή σε κάποιους στόχους του.
3) Υπάρχουν έντονα συναισθήματα «ενοχών» για πράξεις που το άτομο ποτέ δεν εκμυστηρεύθηκε σε οικείους του ή σε κάποιον φίλο του, σε κάποιον ιερέα ή σε κάποιον ψυχολόγο ή ψυχοθεραπευτή.
4) Το άτομο διακατέχεται από την αδήριτη ανάγκη της φυγής από ένα περιβάλλον που βιώνει και αντιλαμβάνεται ως καταπιεστικό, ή από πρόσωπα που καθημερινά το πληγώνουν και έτσι η πραγματικά οδυνηρή και αμετάκλητη «φυγή» με την αυτοκτονία αποτελεί πράξη επιβολής συναισθηματικής «τιμωρίας» σε κάποιον ή κάποιους από τους οποίους το άτομο θέλει να…ξεφύγει!..
Έχουν καθιερωθεί στην Ελλάδα από το 2003 και λειτουργούν σε 24ωρη βάση οι γραμμές SOS στις Ένοπλες Δυνάμεις μας και αρχικά οι ιδιώτες και στη συνέχεια οι ένστολοι ψυχολόγοι που απασχολήθηκαν και απασχολούνται εκεί έχουν επιτελέσει και συνεχίζουν να προσφέρουν εκπληκτικά χρήσιμο έργο, παρά το γεγονός ότι στο μεταξύ χρονικό διάστημα κάποια στρατευμένα παιδιά πραγματοποίησαν την «κακή» την οδυνηρή για συγγενείς και φίλους απόφαση της αυτοαναίρεσης.
Με δεδομένες τις οικονομικές δυσκολίες που ήδη αντιμετωπίζουν και θα αντιμετωπίσουν στο μέλλον για πολλά χρόνια όχι μόνο επιχειρηματίες αλλά και άλλοι συνάνθρωποί μας που θα στερηθούν εισοδήματα ή θα βρεθούν στις ουρές των ανέργων, θεωρώ απαραίτητο να δημιουργηθούν ΑΜΕΣΑ στα μεγάλα αστικά κέντρα ειδικοί συμβουλευτικοί σταθμοί βοήθειας για περιπτώσεις ψυχολογικών κρίσεων (οι γνωστές crisis lines ή hot lines) που να λειτουργούν σε 24ωρη βάση παρέχοντας στον ή στην πιθανή αυτόχειρα την έγκαιρη κάλυψη των έντονων στιγμιαίων συναισθηματικών του αναγκών και ψυχικών του κρίσεων με ανθρωπιά αλλά και με επιστημονική δεξιότητα ώστε να αποτραπεί το μοιραίο.
Είναι απαραίτητο γονείς, συγγενείς και φίλοι να ζητήσουν τη βοήθεια του οικογενειακού τους γιατρού ή κάποιου ειδικού στις επιστήμες της συμπεριφοράς αμέσως μόλις γίνουν αντιληπτά τα πρώτα σημάδια ή αμέσως μετά την πρώτη «ανεπιτυχή» απόπειρα. Τα ερευνητικά δεδομένα και στην χώρα μας πλέον, όπως έχει διαπιστωθεί διεθνώς αποδεικνύουν ότι η μέχρι σήμερα προσφερόμενη νοσοκομειακή βοήθεια δεν εξαντλεί το πλήρες, το απαιτούμενο φάσμα ψυχοκοινωνικής αρωγής στο άτομο που έκανε μια «αποτυχημένη» απόπειρα όπως και στα μέλη της οικογενείας του.
Επαναλαμβάνω, και ας γίνω κουραστικός, ότι κάθε άτομο πολύ πριν την τελική του πράξη δίνει σημαντικά σήματα «κλήσης για βοήθεια»…
Εάν πάρουμε τα σήματα στα σοβαρά και τα δούμε με αγάπη και κατανόηση οπωσδήποτε θα προλάβουμε την μετέπειτα ανείπωτη ψυχική οδύνη και το πικρό «γιατί;» των συγγενών και φίλων κάθε αυτόχειρα που αποφασίζει να κλείσει βίαια και αμετάκλητα την «παρένθεση της εφήμερης προσωπικής του ύπαρξης»…