Πως γίνεται να αυξάνει το ΑΕΠ μιας χώρας και να χειροτερεύει η ζωή των πολιτών της;
Από την εισαγωγή του στις ΗΠΑ, κατά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, ως μέτρου της πολεμικής παραγωγικότητας, το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (τώρα συνήθως μετρούμενο ως Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν-ΑΕΠ) έχει γίνει ο κυριότερος δείκτης οικονομικής προόδου κάθε έθνους. Σήμερα χρησιμοποιείται ευρέως από σχεδιαστές πολιτικής, οικονομολόγους, διεθνή πρακτορεία και ΜΜΕ ως το κρίσιμο “σκορ” που πρέπει να πετύχει ένα έθνος για να έχει οικονομική ευρωστία και ευημερία.
Παρόλα αυτά, το ΑΕΠ ποτέ δεν σχεδιάστηκε για αυτό το ρόλο. Είναι απλώς ένα χοντρικό μέτρο των προϊόντων και των υπηρεσιών που αγοράστηκαν και πουλήθηκαν, χωρίς κανένα διαχωρισμό μεταξύ αυτών των συναλλαγών που αυξάνουν την ευημερία και αυτών που την μειώνουν. Αντί να διαχωρίζει κόστος...
από όφελος και τις παραγωγικές δραστηριότητες από τις καταστροφικές, το ΑΕΠ θεωρεί ότι κάθε χρηματική συναλλαγή αυξάνει την ευημερία εξ ορισμού. Είναι σαν να προσπαθεί μια επιχείρηση να συμπεράνει την οικονομική της κατάσταση απλώς προσθέτοντας συνολικά κάθε “επιχειρηματική δραστηριότητα” και επομένως σωρεύοντας μαζί εισπράξεις και δαπάνες, ενεργητικό και παθητικό.
Κι επί πλέον, το ΑΕΠ αγνοεί κάθε τι που συμβαίνει έξω από το βασίλειο της χρηματικής ανταλλαγής. Οι κρίσιμες οικονομικές λειτουργίες που πραγματοποιούνται στον οικιακό και τον εθελοντικό τομέα αγνοούνται τελείως. Η σημασία του φυσικού περιβάλλοντος στο οποίο ζούμε, και το οποίο μας παρέχει τις πρώτες ύλες που μας συντηρούν, δεν αξιολογείται ούτε αυτή.
Το αποτέλεσμα είναι ότι καταστάσεις καταστροφικές για την ευημερία μας, όπως η καταστροφή του κοινωνικού ιστού και η καταστροφή του περιβάλλοντος όχι μόνο δεν φαίνονται, όταν χρησιμοποιείται ως κριτήριο ευημερίας το ΑΕΠ, αλλά αντίθετα εμφανίζονται ως οικονομικό όφελος!
Πως το ΑΕΠ αντιμετωπίζει το έγκλημα, τα διαζύγια και τις φυσικές καταστροφές ως κέρδη
Από τη στιγμή που το ΑΕΠ καταγράφει κάθε χρηματική συναλλαγή, το κόστος της κοινωνικής αποδιοργάνωσης και των φυσικών καταστροφών προσμετρώνται ως οικονομικά οφέλη. Η εγκληματικότητα προσθέτει δισεκατομμύρια στο ΑΕΠ, εξ αιτίας της ανάγκης για ακριβές κλειδαριές, συστήματα ασφαλείας, ιδιωτικούς φρουρούς, αύξηση της αστυνόμευσης, αντικατάσταση ζημιών, ιατρικά έξοδα κλπ. Η αύξηση των διαζυγίων επίσης αυξάνει σημαντικά το ΑΕΠ, καθώς καταναλώνονται τεράστια ποσά σε αμοιβές δικηγόρων, άνοιγμα δεύτερων νοικοκυριών κ.ο.κ. Όμοια, κάθε φορά που ένας σεισμός ή ένας τυφώνας προκαλούν τεράστιες καταστροφές, καταγράφονται αντίστοιχα σημαντικές αυξήσεις του ΑΕΠ.
Πως το ΑΕΠ αγνοεί την μη εγχρήματη οικιακή και κοινοτική οικονομία
Οι κρίσιμες λειτουργίες της φροντίδας των παιδιών και των ηλικιωμένων, οι διάφορες δουλειές που γίνονται στο σπίτι, η εθελοντική δουλειά στα πλαίσια μιας κοινότητας, δεν καταγράφονται στο ΑΕΠ μιας χώρας, διότι δεν λαμβάνει χώρα καμιά χρηματική ανταλλαγή. Αν, αντίθετα, όλο και περισσότερα παιδιά και ηλικιωμένοι στέλνονται σε ιδρύματα, οπότε περισσότερες χρηματικές συναλλαγές θα λαμβάνουν χώρα, τότε το ΑΕΠ θα καταγράφει συνεχή άνοδο της ευημερίας και της προόδου. Όμοια, στην αύξηση του ΑΕΠ συμβάλλουν το κόστος των φυλακών, το κόστος αποτοξίνωσης, ακόμη και η αύξηση των δαπανών για ψυχιάτρους, κόστη που προκαλούνται όμως ακριβώς από την εξάλειψη του μη εγχρήματου τομέα της οικονομίας.
Το ΑΕΠ μεταχειρίζεται την καταστροφή των φυσικών πόρων ως έσοδο
Το ΑΕΠ παραβιάζει βασικές αρχές της λογιστικής, αλλά και της κοινής λογικής, αντιμετωπίζοντας την μείωση των φυσικών πόρων μιας χώρας ως κέρδος μάλλον, παρά ως φθορά κεφαλαίου. Αυτό το παραδέχτηκε μάλιστα η κυβέρνηση Μπους πατρός το 1992, όταν σε μια αναφορά του Συμβουλίου για την Περιβαλλοντική Ποιότητα αναφέρεται ότι “λογιστικά συστήματα συνηθισμένα να εκτιμούν το ΑΕΠ δεν αντικατοπτρίζουν τη φθορά των φυσικών πρώτων υλών που χρειάστηκαν για να παραχθούν τα αγαθά και οι υπηρεσίες”. Έτσι, όσο η φύση καταστρέφεται, τόσο αυξάνει το ΑΕΠ.
Το ΑΕΠ αυξάνει με τις δραστηριότητες που ρυπαίνουν και αυξάνει ξανά με το καθάρισμα της ρύπανσης
Το καθάρισμα τοξικών καταλοίπων μπορεί να κοστίσει δισεκατομμύρια σε μια οικονομία, τα οποία προστίθενται στο ΑΕΠ. Αφού μάλιστα ήδη έχουν προστεθεί στο ΑΕΠ και οι οικονομικές δραστηριότητες που προκάλεσαν τη ρύπανση, δημιουργείται η ψευδαίσθηση ότι η ρύπανση ευνοεί την οικονομία διπλά. Κάθε σημαντική πετρελαιοκηλίδα στη θάλασσα μιας χώρας, αυξάνει το ΑΕΠ της.
Το ΑΕΠ αδιαφορεί για την διανομή του κέρδους
Αγνοώντας τη διανομή των κερδών, το ΑΕΠ αποκρύπτει το γεγονός ότι η αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας δεν αφορά όλους. Έτσι, αν μια μικρή ελίτ στην κορυφή της κοινωνίας αυξήσει το εισόδημά της σημαντικά, αυτή η αύξηση καταγράφεται σαν να αφορά ολόκληρη την κοινωνία. Για παράδειγμα, ενώ το ΑΕΠ στις ΗΠΑ την περίοδο 1973 με 1993 αυξήθηκε κατά 50 %, οι μισθοί έπεσαν κατά 14%.
Το ΑΕΠ αγνοεί τα μειονεκτήματα του δανεισμού
Όταν η κυβέρνηση ή οι καταναλωτές αυξάνουν τις δαπάνες τους για καταναλωτικά αγαθά δανειζόμενοι από το εξωτερικό, και αυτό επίσης καταγράφεται ως (προσωρινή βέβαια) αύξηση του ΑΕΠ. Στο βαθμό που ένας λαός δανείζεται για κατανάλωση μάλλον παρά για επένδυση, ζώντας ένα επίπεδο ζωής υψηλότερο από τα μέσα που διαθέτει, δημιουργεί ένα χρέος που μακροχρόνια γίνεται βραχνάς και πνίγει την εθνική οικονομία. Και αυτή όμως η αλήθεια αγνοείται παντελώς στη μέτρηση του ΑΕΠ (θυμηθείτε, για παράδειγμα, την “ισχυρή Ελλάδα” της δημιουργικής λογιστικής!).
Τι είναι ο Δείκτης Γνήσιας Προόδου;
Από τη δεκαετία του 50 ήδη έχουν προταθεί διάφοροι εναλλακτικοί δείκτες για την μέτρηση της ευμερίας μιας κοινωνίας, όπως ο Δείκτης Γνήσιας Προόδου (GENUINE PROGRESS INDICATOR-GPI), ο οποίος προσπαθεί να λάβει υπόψη πάνω από 20 πλευρές της οικονομικής μας ζωής που το ΑΕΠ αγνοεί, ενώ επίσης διαχωρίζει τις οικονομικές δραστηριότητες που αυξάνουν την ανθρώπινη ευημερία από αυτές που την μειώνουν.
Μετρώντας με βάση αυτούς τους δείκτες, βλέπουμε συχνά μια εντελώς διαφορετική εικόνα για την οικονομική κατάσταση ενός έθνους από την επίσημη, που βρίσκεται όμως πιο κοντά στην οικονομική κατάσταση έτσι όπως τη βιώνουν πραγματικά οι πολίτες.
Για παράδειγμα στις ΗΠΑ, ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ (GPD) υπερδιπλασιάστηκε από το 1950 έως το 1995, ο GPI έδειξε μια πολύ διαφορετική εικόνα. Ενώ και αυτός αυξανόταν κατά τις δεκαετίες του ‘50 και του ‘60, μειώθηκε κατά 45% από τη δεκαετία του ‘70 μέχρι το 1995, και συνεχίζει να μειώνεται με αυξανόμενους ρυθμούς (διάγραμμα).
Αυτή η ευρεία και αυξανόμενη διαφοροποίηση των δύο δεικτών, αποκαλύπτει μια οικονομία που δημιουργεί μεγάλα, μη καταγραμμένα κόστη, στο παρόν και στο μέλλον.
Είναι δύσκολο να υπάρξει διεθνής συναίνεση για την εισαγωγή ενός νέου, αντικειμενικότερου δείκτη αποτίμησης της οικονομικής δραστηριότητας μιας χώρας.
Είναι όμως και απαραίτητο να γίνει, για να δούμε την αλήθεια. Ότι, δηλαδή, αυτό που οι οικονομολόγοι αποκαλούν σήμερα “οικονομική ανάπτυξη”, συχνά δεν είναι παρά ένα από τα εξής τρία πράγματα:
1) διόρθωση λαθών και κοινωνικών προβλημάτων που προκλήθηκαν στο παρελθόν.
2) δανεισμός πόρων από το μέλλον
3) μεταφορά δραστηριοτήτων από τον τομέα της οικιακής και κοινοτικής οικονομίας στην εχρήματη αγορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προσοχή στον τρόπο που σχολιάζετε. Σχόλια που δεν θα σέβονται τον χώρο που φιλοξενούνται ή άλλους θα σβήνονται ΤΕΛΕΙΩΣ.